Ανακοίνωση της ΚΕ του ΚΚΕ για το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών της 9ης Ιουνίου 2024

  1. Η Κεντρική Επιτροπή του ΚΚΕ χαιρετίζει τους χιλιάδες εργαζόμενους, ανθρώπους των λαϊκών δυνάμεων, νέους, γυναίκες, που στήριξαν με την ψήφο τους το ΚΚΕ, όλους όσους συμπορεύτηκαν μαζί του σε αυτή τη σημαντική εκλογική μάχη. Ιδιαίτερα απευθύνει συντροφικό χαιρετισμό στα μέλη και στελέχη του ΚΚΕ και της ΚΝΕ, τους οπαδούς και φίλους του, όσους συμπορευόμενους πλαισίωσαν το ψηφοδέλτιό του, που έδωσαν ένα σκληρό αγώνα όλο αυτό το διάστημα.

            Το ΚΚΕ με ποσοστό 9,25% καταγράφει νέα σημαντική εκλογική άνοδο σε ποσοστό μετά τις βουλευτικές εκλογές του Μαΐου (7,2%) και του Ιουνίου (7,69%) του 2023, καθώς βέβαια και σε σχέση με τις ευρωεκλογές του 2019 (5,35%). Επιβεβαιώνονται θετικές διεργασίες που συντελούνται εδώ και μεγάλο χρονικό διάστημα και που εκφράστηκαν και στις βουλευτικές εκλογές.           

            Σταθεροποιείται και ενισχύεται ένα ρεύμα αμφισβήτησης της κυρίαρχης πολιτικής, που υλοποιεί σήμερα η κυβέρνηση της ΝΔ, της ΕΕ, που ένα τμήμα του εκφράζεται με άνοδο του κύρους και συμπόρευση με το ΚΚΕ, με απεγκλωβισμό εργατικών – λαϊκών δυνάμεων από τα αστικά κόμματα που, παρά τις επιμέρους διαφωνίες και τον ανταγωνισμό τους για την διακυβέρνηση, κινούνται στην ίδια γενική πολιτική γραμμή σε βάρος των λαϊκών συμφερόντων, την ανάπτυξη της καπιταλιστικής κερδοφορίας στη γραμμή ΗΠΑ, ΝΑΤΟ, ΕΕ. Το ΚΚΕ εμφανίζεται ιδιαίτερα ενισχυμένο στην Αττική, όπου καταγράφεται ξανά ως τρίτη δύναμη, και σε μια σειρά δήμους με εργατική – λαϊκή σύνθεση καταγράφεται ως δεύτερη δύναμη, ενώ σημαντική αύξηση καταγράφει και σε μια σειρά μεγάλα αστικά κέντρα της χώρας. Κυρίως αυτό εκφράστηκε σε βιομηχανικές ζώνες και εκεί που δόθηκαν μεγάλοι εργατικοί αγώνες, όπως στη περιοχή της ΛΑΡΚΟ, αλλά και σε περιοχές με μεγάλες αγροτικές κινητοποιήσεις, σε περιοχές που έγινε πράξη το σύνθημα «μόνο ο λαός σώζει το λαό» απέναντι σε καταστροφικές συνέπειες της πολιτικής κυβερνήσεων και ΕΕ, όπως στην Β. Εύβοια, τη Θεσσαλία και αλλού, τροφοδοτήθηκε από αγώνες για να αποκαλυφθούν οι αιτίες και να μην ξεχαστεί το έγκλημα των Τεμπών.

            Αυτό επιβεβαιώνει τους δεσμούς του ΚΚΕ με λαϊκές δυνάμεις που το ψήφισαν πριν ένα χρόνο -πολλοί για πρώτη φορά, ιδιαίτερα εργαζόμενοι και νέοι νέες- κι αποδεικνύει ότι η ψήφος στο ΚΚΕ εκφράζει πιο σταθερούς δεσμούς, που έχουν διαμορφωθεί και δοκιμαστεί σε σημαντικούς αγώνες που έχουν προηγηθεί, στην συνεχή, ασταμάτητη προσπάθειά μας για άμεση επικοινωνία, διάλογο και συζήτηση με το λαό, με διάφορες μορφές στους τόπους δουλειάς και κατοικίας. Φυσικά ο πολιτικός συσχετισμός παραμένει αρνητικός για τον λαό, όμως σήμερα υπάρχει μια υπολογίσιμη δύναμη, το ΚΚΕ που μπορεί την επόμενη ημέρα και απέναντι στα δύσκολα που έρχονται να συμβάλει στην οργάνωση της εργατικής-λαϊκής πάλης, την αντεπίθεσης, της ανατροπής.

  1. Είναι αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι η ψήφος στο ΚΚΕ είναι μια επιλογή που δεν έχει καμία σχέση με την ψήφο σε οποιοδήποτε άλλο κόμμα, αφού είναι επιλογή σε αντιπαράθεση με το σύστημα, την ΕΕ, και πρέπει να ξεπεράσει αρκετά εμπόδια και συμπληγάδες. Έχει να ξεπεράσει τη λογική των «μονόδρομων» και την αναζήτηση εναλλακτικής μέσα στα όρια του συστήματος, που υπερασπίζονται όλοι οι άλλοι. Έχει να ξεπεράσει πιέσεις κι εκβιασμούς της εργοδοσίας (π.χ. απροκάλυπτες παρεμβάσεις σε εργαζόμενους που τους καλούσε να ψηφίσουν κόμματα της ΕΕ). Έχει να ξεπεράσει τον αποπροσανατολισμό για την σχέση ανάμεσα στην κυβερνητική πολιτική της ΝΔ και την Ευρωενωσιακή και, επομένως, το τι κρινόταν σε αυτή τη μάχη. Όπως επίσης και τη λογική της ανάθεσης ή της αναζήτησης σωτήρων, ενώ εμείς πιστεύουμε ότι το ΚΚΕ μαζί με το λαό και το κίνημα μπορούν να ανοίξουν νέους δρόμους για ριζική αλλαγή της οικονομικής – κοινωνικής και πολιτικής κατάστασης για την κατάργηση της ταξικής εκμετάλλευσης, την Ελλάδα και την Ευρώπη του σοσιαλισμού. Σε αυτή την κατεύθυνση δώσαμε και αυτή τη σημαντική μάχη των ευρωεκλογών.

            Αυτό το θετικό εκλογικό αποτέλεσμα που κατέγραψε το ΚΚΕ επιτεύχθηκε σε συνθήκες ενός πρωτοφανούς αποπροσανατολισμού, που τροφοδοτούσε η αντιπαράθεση των άλλων κομμάτων. Αντί να συζητάμε για τα κρίσιμα ζητήματα της επίθεσης στο εισόδημα, σε σχέση και με την ακρίβεια, τους χαμηλούς μισθούς, το νέο κύμα της εμπορευματοποίησης της υγείας και της παιδείας, την εγκληματική εμπλοκή της χώρας μας σε δύο ιμπεριαλιστικούς πολέμους, ζητήματα που σχετίζονται άμεσα με την πολιτική της ΕΕ, την οποία αποδέχονται όλα τα άλλα κόμματα, η προεκλογική αντιπαράθεση – όχι τυχαία – πήρε χαρακτηριστικά εκφυλισμού κι επικεντρώθηκε στα πόθεν έσχες του ενός και τα ακίνητα του άλλου. Τα άλλα κόμματα και φυσικά διάφορα κέντρα του κατεστημένου (βλ. παρεμβάσεις ΣΕΒ) επεδίωκαν να μη γίνει κριτήριο ψήφου η αιτία των προβλημάτων, δηλαδή η πολιτική της ΕΕ και του κεφαλαίου, και να διαμορφώσουν κάλπικες διαχωριστικές γραμμές σε δευτερεύοντα ζητήματα και να κάνουν κύριο κριτήριο ψήφου τις υποκειμενικές δυνατότητες παρέμβασης πχ των ευρωβουλευτών τους. Επιτεύχθηκε επίσης σε συνθήκες μιας συστηματικής προσπάθειας από ΜΜΕ και άλλους μηχανισμούς, να αποκρύψουν τη δυναμική και τις δυνατότητες ανόδου του Κόμματος και να απαξιώσουν την ψήφο σε αυτό, με το επίμονο ερώτημα “γιατί να ψηφίσει κάποιος ΚΚΕ, το οποίο είναι εναντίον της ΕΕ”. Είναι τα ίδια κέντρα που μετεκλογικά και αφού απέτυχε ο στόχος τους, προσπαθούν να απαξιώσουν και να υποβαθμίσουν το ίδιο το εκλογικό αποτέλεσμα του ΚΚΕ.

            Το αστικό σύστημα, παρά τις δυσκολίες του, διαθέτει ακόμα ισχυρούς μηχανισμούς και μέσα για την παγίδευση και τη χειραγώγηση της λαϊκής δυσαρέσκειας.

            Τόσο η ΝΔ, προβάλλοντας το σύνθημα της «σταθερότητας», όσο και ο μεταξύ τους κατασκευασμένος, ανούσιος καυγάς, αφορούσε στις επόμενες βουλευτικές εκλογές. Η ΝΔ ζητώντας ανοχή για την επομένη μέρα των εκλογών και τρίτη θητεία το 2027, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ ποιος θα είναι ο διεκδικητής του πρώτου ρόλου το 2027. Και αυτή η αντιπαράθεση αποδεικνύει ότι τα αστικά κόμματα βλέπουν τον λαό ως ένα απλό ψηφοφόρο, για την διατήρηση ή την εναλλαγή κυβερνήσεων, περιορίζοντας την δυσαρέσκειά του πότε στον έναν και πότε στον άλλον, για να στηρίζει «σταθερά» κυβερνήσεις που υλοποιούν την ίδια αντιλαϊκή πολιτική με επιμέρους διαφορές, κυβερνήσεις εναλλαγής και όχι πορεία ανατροπής. Σε αντίθεση με την μοναδική, στο σύνολο των άλλων κομμάτων, θέση του ΚΚΕ που βλέπει τον λαό ως τον αποφασιστικό εκείνο παράγοντα απόκρουσης της επίθεσης που δέχεται, απόσπασης κάποιων κατακτήσεων, που αποτελούν εφαλτήριο για τη νέα φάση αντεπίθεσης για την συνολική ανατροπή. Γι’ αυτό το ΚΚΕ διακήρυξε την ανάγκη ενίσχυσής του εκεί που παίρνονται οι αποφάσεις για να δυναμώσει η πάλη εκεί που υπάρχουν δυνατότητες να επιβληθεί η ανατροπή αντιλαϊκών επιλογών.

  1. Η μεγάλη αποχή που σημειώθηκε περικλείει σημαντικό ποσοστό διαμαρτυρίας απέναντι στην κυβέρνηση της ΝΔ, όπως και απαξίωσης απέναντι τόσο στο αστικό πολιτικό σύστημα και τα κόμματά του, όσο και απέναντι στην ΕΕ και τους θεσμούς της, όπως το ευρωκοινοβούλιο. Η δυσαρέσκεια αφορά και νέα πείρα που κατακτήθηκε από μεγάλες μάζες του λαού και έχει σχέση και με τον ρόλο του ΚΚΕ και άλλων πρωτοπόρων δυνάμεων στην Ευρώπη, που καταλήγουν σε θετικές διεργασίες, όπως οι μεγάλοι αγώνες των λαών σε πολλές χώρες της Ευρώπης τα τελευταία χρόνια. Χρειάζονται παραπέρα συντονισμό σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, κοινή δράση και αλληλεγγύη, ώστε να διαμορφώνεται ένα μαχητικό εργατικό – λαϊκό ρεύμα κατά του κοινού ταξικού, πολιτικού αντιπάλου, σε αντικαπιταλιστική – αντιμονοπωλιακή κατεύθυνση.

            Θεωρούμε ότι η προεκλογική αντιπαράθεση με όρους εκφυλισμού και μακρυά από τα κρίσιμα προβλήματα και κυρίως τις αιτίες τους και την προοπτική λύσης τους, ενίσχυσε την αποστροφή του λαού από τη συμμετοχή του στην εκλογική διαδικασία. Από αυτή την άποψη η στάση αυτή, την οποία εμείς προφανώς δεν επικροτούμε, έχει πολιτικά χαρακτηριστικά, ανεξάρτητα αν εκφράζεται με έναν τρόπο που μπορεί να παρερμηνευτεί, να εγκλωβιστεί ή να αφομοιωθεί . Ζητούμενο, συνεπώς, είναι αυτή η διαμαρτυρία, ιδιαίτερα των νέων ανθρώπων, να εκφραστεί με την ενεργό συμμετοχή στο κίνημα, στην οργανωμένη πάλη και διεκδίκηση, να αποκτήσει ριζοσπαστικά χαρακτηριστικά, να συναντηθεί με την ανατρεπτική πολιτική του ΚΚΕ.

            Είναι υποκριτικό το ενδιαφέρον αστικών δυνάμεων για το μέγεθος της αποχής. τη στιγμή που όλοι τους κάνουν ό,τι μπορούν να συκοφαντήσουν την εργατική – λαϊκή συμμετοχή στους αγώνες και στις μαζικές διαδικασίες του κινήματος, νομοθετούν τον περιορισμό της συνδικαλιστικής δράσης.

            Σε κάθε περίπτωση το ΚΚΕ δεν υποτιμά αυτό το φαινόμενο της αποχής και θα μελετήσει αναλυτικά και κατά περιοχή και το πώς επέδρασε το κλίμα αυτό στην συμπεριφορά και ψηφοφόρων του ΚΚΕ.

  1. Ήδη στους κόλπους της άρχουσας αστικής τάξης, έχει ανοίξει η συζήτηση και έχει προβληθεί η «πολιτική ασυμμετρία» του πολιτικού συστήματος, όπως την ονόμασαν. Οι κομματικές ηγεσίες των αστικών κομμάτων μπορεί να τσακώνονται μεταξύ τους, όμως η αστική τάξη, το κεφάλαιο, οι επιχειρηματικοί όμιλοι, ενδιαφέρονται πρωτίστως, για να εξασφαλίσουν την δικομματική – διπολική εναλλαγή, που είναι τραγικά δοκιμασμένη σε βάρος του λαού, των λαών της Ευρώπης. Στην Ελλάδα δοκιμάστηκε με την εναλλαγή ΝΔ και ΠΑΣΟΚ αλλά και ΝΔ-ΠΑΣΟΚ με ΣΥΡΙΖΑ- ΑΝΕΛ.

            Η ΝΔ που υπέστη σημαντική μείωση σε ποσοστό και ψήφους πέφτοντας στο 28,31% διαστρεβλώνει και παραποιεί την ψήφο του λαού κι εμφανίζει την αποδοκιμασία στην πολιτική της ως μήνυμα δήθεν να συνεχίσει πιο γρήγορα τις “αντιλαϊκές μεταρρυθμίσεις”. Προσπαθεί να κάνει το μαύρο άσπρο και να αξιοποιήσει το εκλογικό αποτέλεσμά της, ώστε να στηρίξει την «ανάγκη επιτάχυνσης των μεταρρυθμίσεων που ενισχύουν την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας». Στην πραγματικότητα συμβαίνει το ακριβώς ανάποδο. Ο λαός εξέφρασε την δυσαρέσκεια και την καταδίκη του συνολικά στην κυβερνητική πολιτική και σε αυτές ακριβώς τις “μεταρρυθμίσεις”. Π.χ. στο φορολογικό που τσακίζει τα λαϊκά στρώματα, στην ενεργειακή πολιτική της πανάκριβης “πράσινης μετάβασης”, στην εμπορευματοποίηση της υγείας και την ιδιωτικοποίηση της παιδείας, στην εφαρμογή της ΚΑΠ, στην εμπλοκή της χώρας μας στους ιμπεριαλιστικούς πολέμους κλπ. Και αυτό πρέπει να το εκφράσει ακόμη πιο μαζικά κι οργανωμένα, την επόμενη ημέρα, με την ανάπτυξη της εργατικής – λαϊκής πάλης και αντεπίθεσης.

            Η πραγματική καταδίκη της κυβέρνησης της ΝΔ δεν πρέπει να τροφοδοτήσει την αναδιάταξη αστικών δυνάμεων δοκιμασμένων, που προσπαθούν να ξαναζεστάνουν τη σούπα των αυταπατών και της “φιλολαϊκής” διαχείρισης της ΕΕ και του συστήματος. Ο ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ που βρίσκεται στη δεύτερη θέση με ποσοστό 14,92%, σημείωσε και αυτός σημαντική μείωση σε ποσοστό και ψήφους σε σχέση με τις βουλευτικές του 2023, αλλά και τις ευρωεκλογές του 2019, αποδεικνύοντας ότι ένα σημαντικό τμήμα εργαζομένων και του λαού της χώρας δεν εμπιστεύονται αυτή τη δύναμη ως απάντηση στην αντιλαϊκή πολιτική της κυβέρνησης της ΝΔ, αφού αποκαλύφθηκαν ακόμα περισσότερο οι στρατηγικές συγκλίσεις με την ΝΔ. Ενώ το άλλο κόμμα της σοσιαλδημοκρατίας το ΠΑΣΟΚ ΚΙΝΑΛ, δεν κατάφερε να πλασαριστεί στη δεύτερη θέση όπως στόχευε, παραμένοντας στη τρίτη με 12,79%. Ωστόσο θα επιχειρηθεί η αναζήτηση νέων «σωτήρων» και η προσπάθεια αναστήλωσης και μεταμφίεσης της αμαρτωλής σοσιαλδημοκρατίας, αξιοποιώντας δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ και του ΠΑΣΟΚ ΚΙΝΑΛ που την έχουμε ζήσει στο παρελθόν. Άλλωστε, η κυβέρνηση της ΝΔ κυβερνάει και με τη στήριξη που της προσφέρει μια συναινετική αντιπολίτευση στα κρίσιμα ζητήματα και σε ψηφοφορίες στο ελληνικό και το ευρωπαϊκό κοινοβούλιο. Όπως, άλλωστε έχει συμβεί και το αντίθετο, όταν η ΝΔ έδωσε στήριξη στην πολιτική των κυβερνήσεων ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ (π.χ. κυβέρνηση Παπαδήμου, τρίτο μνημόνιο κλπ).

            Η συζήτηση περί «ήττας της αριστεράς» ή της «κεντροαριστεράς» σε Ελλάδα και Ευρώπη ουσιαστικά κρύβει το πιο ουσιαστικό ζήτημα, ότι στην πραγματικότητα, αυτό που έχει δεχθεί πλήγμα είναι η δυνατότητα αυτών των δυνάμεων να ενσωματώνουν εργατικές – λαϊκές δυνάμεις με «αριστερά συνθήματα» στη γραμμή της ΕΕ, της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης, του ΝΑΤΟ και των ιμπεριαλιστικών πολέμων.

  1. Το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών σε διάφορες χώρες αποτυπώνει σε ένα βαθμό την δυσαρέσκεια ευρύτερων εργατικών-λαϊκών δυνάμεων απέναντι στις πολιτικές της ΕΕ -ως συνέχεια και αντίστοιχων μαζικών κινητοποιήσεων- και αποτυπώθηκε με την καταψήφιση κυβερνήσεων και κομμάτων π.χ. Γερμανία, Γαλλία κλπ, που πρωτοστατούν στην υλοποίηση αντιλαϊκών στρατηγικών επιλογών της ΕΕ. Τέτοιες επιλογές είναι για παράδειγμα η στήριξη του ιμπεριαλιστικού πολέμου στην Ουκρανία στον ανταγωνισμό με τη Ρωσία ή η πολιτική της λεγόμενης “πράσινης μετάβασης”, τις συνέπειες των οποίων πληρώνουν ακριβά οι ευρωπαϊκοί λαοί.

            Βεβαίως, είναι ζητούμενο αυτή η διαμαρτυρία να αποκτήσει ριζοσπαστικά χαρακτηριστικά και να μην εγκλωβίζεται στους ανταγωνισμούς μεταξύ τμημάτων του κεφαλαίου και αστικών πολιτικών δυνάμεων.

            Σε μια περίοδο, μάλιστα, που η ΕΕ δείχνει ακόμη περισσότερο τον αντιδραστικό της χαρακτήρα, ειδικά η στάση των λεγόμενων “αριστερών” κομμάτων ως υμνητών της ΕΕ σε διάφορες χώρες, αφήνει εργατικές – λαϊκές μάζες εκτεθειμένες στην ψευδεπίγραφη “αντισυστημική” και “αντι-ΕΕ” ρητορεία ακροδεξιών και εθνικιστικών μορφωμάτων.

            Αναδεικνύεται για μια ακόμη φορά η επιτακτική ανάγκη της ανασύνταξης του εργατικού και κομμουνιστικού κινήματος στην Ευρώπη και παγκόσμια, η ενίσχυση της διεθνιστικής αλληλεγγύης.

  1. Με αφορμή τα ποσοστά που κατέγραψε η Ελληνική Λύση του Βελόπουλου (9,3%) και τα αυξημένα ποσοστά που αποτυπώνουν οι λεγόμενες δυνάμεις της ακροδεξιάς σε επίπεδο ΕΕ, ενισχύεται η συζήτηση για την ανάγκη κοινής απάντησης στο όνομα της «δημοκρατίας, του φιλελευθερισμού, των αξιών της ΕΕ και της προόδου». Οι λεγόμενες ακροδεξιές δυνάμεις είναι κόμματα του κεφαλαίου και του συστήματος. Λειτουργούν ως κανάλι απορρόφησης της λαϊκής δυσαρέσκειας φορώντας σε πολλές περιπτώσεις «αντισυστημικό» μανδύα, αξιοποιώντας την αντιδραστική πολιτική των κυβερνώντων «φιλελεύθερων» και σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων που εμφανίζονται ως «προοδευτικά». Εμφανίζονται επίσης με κάλπικα «αντι-ΕΕ» και «φιλειρηνικά» συνθήματα, κάνοντας κριτική σε ορισμένες πλευρές της ΕΕ, όπως πχ στην τελευταία αναθεώρηση της ΚΑΠ ή σε πλευρές του Συμφώνου Σταθερότητας, συγκαλύπτοντας ότι είναι Ένωση των μονοπωλίων, υποστηρίζοντας τα συμφέροντα ορισμένων από τα μονοπώλια απέναντι σε άλλα στον μεταξύ τους ανταγωνισμό. Ταυτόχρονα αποτελούν έναν βολικό “μπαμπούλα” που αξιοποιείται από δυνάμεις της λεγόμενης κεντροδεξιάς ή της σοσιαλδημοκρατίας για να εμφανίζουν ως “δημοκρατική”, “προοδευτική” την δική τους αντιδραστική πολιτική. Τα παζάρια, που βρίσκονται σε εξέλιξη και θα ενταθούν τις επόμενες ημέρες για το πως θα σχηματιστεί πλειοψηφία στα νέα όργανα της ΕΕ, συμπεριλαμβάνουν και τέτοιες δυνάμεις που κατά τ’ άλλα «ξορκίζονται».

Έχει αποδειχθεί ότι όταν βρεθούν σε κυβερνητικές θέσεις αυτές οι δυνάμεις, τα μεγάλα «αντισυστημικά» λόγια πάνε πάντα περίπατο. Είναι χαρακτηριστική η περίπτωση της Μελόνι, που ξεκίνησε σαν «ο μεγάλος κίνδυνος για την ΕΕ» και τώρα η Φον Ντερ Λάιεν της πλέκει το εγκώμιο και προσβλέπει στη στήριξή της, αφού υλοποίησε αποφασιστικά όλες τις αποφάσεις της ΕΕ και του ΝΑΤΟ. Οι δυνάμεις αυτές τροφοδοτούνται από την επίσημη πολιτική και ιδεολογία της ΕΕ, τον αντικομουνισμό και τη θεωρία των «δύο άκρων», από την στήριξη φασιστικών δυνάμεων π.χ. Αζόφ στην Ουκρανία, από τη συνολικότερη αντιδραστικοποίηση του πολιτικού συστήματος.

Το πιο σημαντικό είναι ότι ειδικά σήμερα που ενισχύονται τα αδιέξοδα του συστήματος, που οξύνονται οι ανταγωνισμοί – και στο εσωτερικό της ΕΕ – και η ΕΕ περνά σε συνθήκες «πολεμικής οικονομίας», για την αντιμετώπιση της διαφαινόμενης νέας οικονομικής κρίσης, διαδικασία στην οποία πρωτοστατούν οι σοσιαλδημοκρατικές και «φιλελεύθερες» αστικές δυνάμεις είναι επόμενο να ενισχύονται και ως εφεδρεία φασιστικές κι εθνικιστικές δυνάμεις, που η ιστορία έχει δείξει ότι είναι πολύτιμο στήριγμα της καπιταλιστικής εξουσίας στις πιο δύσκολες στιγμές της. Σε αυτές τις συνθήκες οι όποιοι συμβιβασμοί θα είναι προσωρινοί και οι συγκρούσεις θα επανέρχονται οξυμένες, δημιουργώντας τριγμούς στη σταθερότητα της ιμπεριαλιστικής συμμαχίας ανοίγοντας νέες δυνατότητες για την πάλη εργατικών-λαϊκών δυνάμεων.

Όπως έχει επιβεβαιωθεί και ιστορικά, “φραγμό” στην άνοδο της ακροδεξιάς, μπορεί να βάλει μόνο ένα ανερχόμενο εργατικό-λαϊκό κίνημα, η ταξική πάλη που θα βάλει στο στόχαστρο τις ίδιες τις αιτίες που γεννούν αυτό το αντιδραστικό πολιτικό ρεύμα, την ΕΕ, τους ιμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς, το καπιταλιστικό σύστημα. Και τέτοιο μήνυμα στέλνει η δράση και η άνοδος του ΚΚΕ.

  1. Το ΚΚΕ έχει συγκεκριμένα κριτήρια με τα οποία κρίνει την πορεία της πολιτικής επιρροής του και στην συγκεκριμένη στιγμή το εκλογικό αποτέλεσμα και το δικό του ποσοστό. Σε όλη την πορεία του ΚΚΕ, πάντα, αυτά κρίνονται με συνδυασμένα κριτήρια και όχι αποκλειστικά με την συγκεκριμένη αποτύπωση στην κάλπη, δηλαδή με αποκλειστικά κοινοβουλευτικά κριτήρια. Άλλωστε η πολιτικοποίηση σε ριζοσπαστική και αντικαπιταλιστική κατεύθυνση δεν θα είναι αποτέλεσμα διαδοχικών εκλογικών αναμετρήσεων, αλλά της συνολικής πορείας ανασύνταξης του εργατικού κινήματος και της συγκρότησης της κοινωνικής συμμαχίας.

            Οι εκλογές είναι μια σημαντική πολιτική μάχη, το αποτέλεσμά της όμως δεν καθορίζεται κυρίως από το τι λένε και υπόσχονται τα κόμματα, αλλά από ένα πολύ μεγαλύτερο πλέγμα παραγόντων, όπως είναι τα συμφέροντα της κυρίαρχης αστικής τάξης, των κομμάτων της που, ανεξάρτητα από ανταγωνισμούς, κινούνται στην ίδια ρότα, όπως και από τους ιδεολογικούς, πολιτικούς και κατασταλτικούς μηχανισμούς του κράτους, της ίδιας της ΕΕ.

            Ιδιαίτερα επιβεβαιώνονται οι ανησυχίες του ΚΚΕ για την επιστολική ψήφο που αξιοποιείται ακόμα και για αλλοίωση του εκλογικού αποτελέσματος όπως αποδείχθηκε με σοβαρά προβλήματα που ανέκυψαν σε αυτές τις ευρωεκλογές.

            Δυο κόσμοι είναι αντίθετοι μεταξύ τους. Το ΚΚΕ βρίσκεται στην άλλη πλευρά από όλους τους άλλους, δεν είναι μόνο του, αλλά είναι μαζί με την πλειοψηφία του λαού, που υποφέρει, και μάλιστα ανεξάρτητα από το τι ψηφίζει. Ο ρόλος και η απήχηση του ΚΚΕ πάντα είναι πολύ μεγαλύτερος από τα εκάστοτε ποσοστά του, συνεπώς η ισχυροποίησή του οδηγεί σε πολλαπλάσια ισχυρούς αγώνες με μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα στις συγκεκριμένες συνθήκες.

  1. Το κρίσιμο πλέον είναι η επόμενη ημέρα. Το ΚΚΕ θα καταθέσει τη δύναμη που του έδωσε ο λαός για να δυναμώσει η φωνή του και εκεί που παίρνονται οι αντιλαϊκές αποφάσεις, όπως στο ευρωκοινοβούλιο, και πάνω από όλα για να οργανωθεί η εργατική-λαϊκή πάλη. Από αύριο θα είναι εδώ οι δεσμεύσεις της ΕΕ, τα ματωμένα πλεονάσματα, τα προαπαιτούμενα του Ταμείου Ανάκαμψης, οι δύο ιμπεριαλιστικοί πόλεμοι, στους οποίους η χώρα μας βρίσκεται πολύ βαθιά μπλεγμένη. Θα έρθουν να προστεθούν επίσης τα βάρη από την αύξηση των πολεμικών δαπανών, που θα φορτωθούν στους λαούς της Ευρώπης, γιατί ο σχεδιασμός τους για την αντιμετώπιση της επερχόμενης νέας οικονομικής καπιταλιστικής κρίσης είναι η μετατροπή της ευρωπαϊκής οικονομίας σε μια «πολεμική οικονομία», με ενίσχυση της πολεμικής βιομηχανίας και των στρατιωτικών εξοπλισμών και για την κλιμάκωση του πολέμου.

            Το ΚΚΕ δεν έχει καμία σχέση με τη λογική των άλλων κομμάτων της αντιπολίτευσης, όπως αυτό που προβάλει ο ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ ότι τώρα είναι “η τελευταία ευκαιρία να περιορίσουμε την κυβέρνηση Μητσοτάκη, γιατί οι επόμενες εκλογές είναι μετά από τρία χρόνια”. Ο λαός από αύριο κιόλας μπορεί και πρέπει να περιορίζει τις αντιλαϊκές πολιτικές της κυβέρνησης της ΝΔ και της ΕΕ, με τον αγώνα του, αποκαλύπτοντας και τη στάση μιας βολικής αντιπολίτευσης που στα στρατηγικά ζητήματα της δίνει άλλοθι και χείρα βοηθείας, και βλέπει μόνο την κυβερνητική καρέκλα μετά από τρία χρόνια.

            Το ΚΚΕ θα είναι εδώ:

            – Για την συνέχιση της ανασύνταξης του εργατικού – λαϊκού κινήματος που έχει ξεκινήσει, για την αλλαγή συσχετισμών στα πρωτοβάθμια – δευτεροβάθμια σωματεία και συλλόγους.

            – Για να δίνει μάχες αποκάλυψης και παρεμπόδισης αντιλαϊκών κατευθύνσεων και οδηγιών μέσα στο ευρωκοινοβούλιο και στην ελληνική βουλή, εκεί που συνδιαμορφώνονται και παίρνονται οι αποφάσεις που πλήττουν τις ζωές μας. Κυρίως θα είναι μπροστά στους αγώνες, εκεί που αυτές ανατρέπονται.

            – Για να δυναμώσει η πάλη ενάντια στην κλιμάκωση του ιμπεριαλιστικού πολέμου, ο αγώνας για την απεμπλοκή της χώρας απ’ αυτόν.

            – Για να δυναμώσει ο συντονισμός των αγώνων με την εργατική τάξη, τους αγρότες, τους αυτοαπασχολούμενους επαγγελματίες, τη διανόηση, τη νεολαία, τις γυναίκες, σε όλες τις χώρες της ΕΕ, που οι λαοί θα συνεχίσουν να βρίσκονται στους δρόμους ενάντια στην ΕΕ των πολέμων, των μονοπωλίων, των λόμπι της διαφθοράς, της εκμετάλλευσης, για να ανοίξει η προοπτική σε κάθε χώρα και σε όλη την Ευρώπη για μια άλλη Ευρώπη των λαών, του σοσιαλισμού.

            Η ΕΕ δεν είναι τόσο παντοδύναμη όσο φαίνεται. Οι λαοί οφείλουν και πρέπει να επαγρυπνούν, να πιστέψουν στην δύναμή τους.

            Το ΚΚΕ θα σηκώσει το βάρος της ευθύνης στην δική μας χώρα, συμβάλλοντας ταυτόχρονα και στην ανασύνταξη του ευρωπαϊκού και διεθνούς κομμουνιστικού και εργατικού κινήματος.

            Η πρότασή του είναι ρεαλιστική. Γιατί άλλο θεωρούν ρεαλιστικό το μεγάλο κεφάλαιο, το «ιερατείο» της Κομισιόν και τα κόμματά τους και άλλο είναι το ρεαλιστικό για τον ελληνικό λαό, για όλους τους λαούς της Ευρώπης.

            Γιατί πάντα ρεαλιστικό είναι αυτό που συμφέρει τον λαό, αυτό που έχει δείξει η ίδια η ιστορία και οι εξελίξεις. Είναι η αποδέσμευση από την ΕΕ με την εργατική τάξη, το λαό στην εξουσία.

            Ο ελληνικός λαός, όλοι οι λαοί της Ευρώπης, δεν έχουν πει την τελευταία τους λέξη ακόμα.

 

 

Η Κεντρική Επιτροπή του ΚΚΕ

Τρίτη 11 Ιούνη 2024

 

Μοιραστείτε: